σύντεχνος

σύντεχνος
ο
θηλ. και συντεχνίτης, ο θηλ. -ισσα αυτός που ασκεί την ίδια τέχνη.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σύντεχνος — fellow craftsman masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύντεχνος — ο, η, ΝΑ 1. ομότεχνος 2. (γενικά) σύντροφος, συνεργάτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + τεχνος (< τέχνη), πρβλ. ἔν τεχνος] …   Dictionary of Greek

  • συντέχνου — σύντεχνος fellow craftsman masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συντέχνων — σύντεχνος fellow craftsman masc/fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύντεχνοι — σύντεχνος fellow craftsman masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύντεχνον — σύντεχνος fellow craftsman masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Посаженые — отец и мать лица, играющие некоторую роль при православном браке. Они избираются из более почетных родственников или знакомых четы, вступающей в брак; при отсутствии у брачащихся родителей, они благословляют их иконами при отправлении из дома в… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • ομότεχνος — η, ο (Α ὁμότεχνος, ον) αυτός που ασκεί την ίδια τέχνη με άλλον, σύντεχνος αρχ. 1. (τίτλος για γιατρό) έμπειρος, ικανός 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ ὁμότεχνος ο συνάδελφος, ο συντεχνίτης, ο συνεργάτης 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὁμότεχνον συντεχνία, σωματείο… …   Dictionary of Greek

  • συντεχνία — Εμπορική και βιοτεχνική ένωση του Μεσαίωνα, στην οποία ανήκαν όλοι όσοι ασκούσαν την ίδια οικονομική δραστηριότητα, με σκοπό την προάσπιση κοινών συμφερόντων. Οι σ. υπήρξαν ιδιαίτερα πολυάριθμες και ανθηρές μεταξύ 12ου και 14ου αι. Οι ρίζες των σ …   Dictionary of Greek

  • συντεχνίτης — ο, ΝΑ, θηλ. συντεχνίτις, ιδος, και συντεχνίτισσα, Ν σύντεχνος, ομότεχνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + τεχνίτης (< τέχνη)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”